Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βάνης οι Βάνηδες
      γενική του Βάνη των Βάνηδων
    αιτιατική τον Βάνη τους Βάνηδες
     κλητική Βάνη Βάνηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βάνης < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈva.nis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βά‐νης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βάνης αρσενικό (θηλυκό Βάνη)

Μεταγραφές επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βάνης < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βάνης αρσενικό

  Αναφορές επεξεργασία

  • Βάνης - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven