Αχιλλέα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΑχιλλέα θηλυκό
Ετυμολογία 2
επεξεργασία- Αχιλλέα < γενική ενικού του αρσενικού Αχιλλέας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑχιλλέα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΑχιλλέα αρσενικό