Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Ασσυροβαβυλώνιοι
      γενική των Ασσυροβαβυλωνίων
    αιτιατική τους Ασσυροβαβυλωνίους
     κλητική Ασσυροβαβυλώνιοι
Κατηγορία όπως «άνθρωπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ασσυροβαβυλώνιοι < Ασσύρι(οι) + -ο- + Βαβυλώνιοι

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.si.ɾo.va.viˈlo.ni.i/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ασ‐συ‐ρο‐βα‐βυ‐λώ‐νι‐οι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ασσυροβαβυλώνιοι αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία