Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αργυρούπολη οι Αργυρουπόλεις
      γενική της Αργυρούπολης* των Αργυρουπόλεων
    αιτιατική την Αργυρούπολη τις Αργυρουπόλεις
     κλητική Αργυρούπολη Αργυρουπόλεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, Αργυρουπόλεως
συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αργυρούπολη < (άργυρος) αργυρ- + -ούπολη

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /aɾ.ʝiˈɾu.po.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αρ‐γυ‐ρού‐πο‐λη

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αργυρούπολη θηλυκό

  1. πόλη του Πόντου (τουρκικά Gümüşhane)
  2. ονομασία οικισμών της Ελλάδας
  3. προάστιο της Αθήνας

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία