Αμερικάνος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.me.ɾiˈka.nos/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐με‐ρι‐κά‐νος
Ετυμολογία 1
επεξεργασία
Αμερικάνος < (άμεσο δάνειο) ιταλική Americano + -ς < America (Αμέρικ(α) + -άνος. [1] Συγκρίνετε με το Αμερικανός.
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Αμερικάνος αρσενικό (θηλυκό Αμερικάνα)
- (εθνικό όνομα, οικείο) ο Αμερικανός
ήρθε ένας Αμερικάνος στην παρέα μας
Συγγενικά
επεξεργασία- αμερικάνος (σε επιθετική λειτουργία)
- αμερικανικός
→ και δείτε τις λέξεις Αμερικανός και Αμερική
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Αμερικάνος
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία
Αμερικάνος < εθνωνύμιο Αμερικάνος
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Αμερικάνος αρσενικό (θηλυκό Αμερικάνου)
Δείτε επίσης
επεξεργασία-
Γιώργος Αμερικάνος στη Βικιπαίδεια
(1942-2013), καλαθοσφαιριστής
Μεταγραφές
επεξεργασία
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ Αμερικάνος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας