Αλσατία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αλσατία | οι | Αλσατίες |
γενική | της | Αλσατίας | των | Αλσατιών |
αιτιατική | την | Αλσατία | τις | Αλσατίες |
κλητική | Αλσατία | Αλσατίες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αλσατία < νεολατινική Alsatia < μεσαιωνική λατινική Alsatia[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /al.saˈti.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αλ‐σα‐τί‐α
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑλσατία θηλυκό
- ιστορική περιοχή της Ανατολικής Γαλλίας, τμήμα τη περιοχή Γκραντ Εστ
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Αλσατία
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)