Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Αδάμης οι Αδάμηδες
      γενική του Αδάμη των Αδάμηδων
    αιτιατική τον Αδάμη τους Αδάμηδες
     κλητική Αδάμη Αδάμηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αδάμης < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /aˈða.mis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐δά‐μης
παρώνυμο: Αδάμος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αδάμης αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]