Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

égaliseur < αγγλική equalizer

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
égaliseur égaliseurs

égaliseur (fr) αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη égaler