vizo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- vizo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vizo | vizoj |
αιτιατική | vizon | vizojn |
vizo (eo)
- η βίζα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vizo | vizoj |
αιτιατική | vizon | vizojn |
vizo (eo)