visceral
Αγγλικά (en) επεξεργασία
παραθετικά | |
θετικός | visceral |
συγκριτικός | more visceral |
υπερθετικός | most visceral |
Επίθετο επεξεργασία
visceral (en)
- (ανατομία) σπλαγχνικός, σχετικός με τα σπλάγχνα
- ↪ visceral fat - σπλαχνικό λίπος
Δείτε επίσης : viscéral |
παραθετικά | |
θετικός | visceral |
συγκριτικός | more visceral |
υπερθετικός | most visceral |
visceral (en)