victor
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- victor < (άμεσο δάνειο) λατινική victor
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈvɪk.tə(ɹ)/
- ⓘ
Ουσιαστικό επεξεργασία
victor (en) (πληθυντικός victors)
- ο νικητής
- το γράμμα V στο φωνητικό αλφάβητο του NATO
Λατινικά (la) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- victor < vinco < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *weyk- (νικώ, καταβάλλω)
Ουσιαστικό επεξεργασία
victor (la) αρσενικό (θηλυκό victrix)
- ο νικητής
Κλίση επεξεργασία
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | victor | victorēs |
γενική | victoris | victorum |
δοτική | victorī | victoribus |
αιτιατική | victorem | victorēs |
κλητική | victor | victorēs |
αφαιρετική | victore | victoribus |
Επίθετο επεξεργασία
victor (la)
Κλίση επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | victor | victor | victor | victorēs | victorēs | victoria |
γενική | victoris | victoris | victoris | victorium | victorium | victorium |
δοτική | victorī | victorī | victorī | victoribus | victoribus | victoribus |
αιτιατική | victorem | victorem | victor | victorēs | victorēs | victoria |
κλητική | victor | victor | victor | victorēs | victorēs | victoria |
αφαιρετική | victorī | victorī | victorī | victoribus | victoribus | victoribus |
Πηγές επεξεργασία
- victor - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.