vespermanĝo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vespermanĝo | vespermanĝoj |
αιτιατική | vespermanĝon | vespermanĝojn |
vespermanĝo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vespermanĝo | vespermanĝoj |
αιτιατική | vespermanĝon | vespermanĝojn |
vespermanĝo (eo)