vertically
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | vertically |
συγκριτικός | more vertically |
υπερθετικός | most vertically |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαvertically (en)
- κατακόρυφα
- ↪ The towers of gothic cathedrals rise vertically.
- Οι πύργοι των γοτθικών ναών υψώνονται κατακόρυφα.
- ↪ The towers of gothic cathedrals rise vertically.