unification
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
unification (en) (μη μετρήσιμο)
- η ενοποίηση
- ↪ the unification of the two Germanys - η ενοποίηση των δύο Γερμανιών
Πηγές επεξεργασία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
unification (fr) θηλυκό