Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

unequalled < un- + equalled

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ʌnˈiː.kwəlt/

  Επίθετο επεξεργασία

unequalled (en)