Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

undecided (en)

  1. (για πρόσωπα) αναποφάσιστος
    undecided voters
  2. (για ένα ζήτημα) αυτό για το οποίο δεν υπάρχει ακόμα οριστική απόφαση