ucho
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ucho (pl) ουδέτερο
- το αφτί
- (μεταφορικά) κάθε χερούλι ημικυκλικού σχήματος (χερούλι τσάντας, χερούλι φλυτζανιού κλπ.)
- (μεταφορικά) το «μάτι» της βελόνας
Εκφράσεις επεξεργασία
- ośle ucho: η τσακισμένη γωνία σε σελίδα βιβλίου (για επισήμανση)
- ściany mają uszy: (και) οι τοίχοι έχουν αυτιά
Συγγενικά επεξεργασία
Σλοβακικά (sk) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ucho (sk)
Τσεχικά (cs) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ucho (cs) ουδέτερο