Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Αριθμητικό επεξεργασία

third (en)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

third (en)

  1. η τρίτη ταχύτητα στο αυτοκίνητο
  2. (μουσική) η τρίτη
  3. το τρίτο