terminaro
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | terminaro | terminaroj |
αιτιατική | terminaron | terminarojn |
terminaro (eo)
- το γλωσσάρι
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | terminaro | terminaroj |
αιτιατική | terminaron | terminarojn |
terminaro (eo)