telepatio
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- telepatio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | telepatio | telepatioj |
αιτιατική | telepation | telepatiojn |
telepatio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | telepatio | telepatioj |
αιτιατική | telepation | telepatiojn |
telepatio (eo)