tajpistino
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | tajpistino | tajpistinoj |
αιτιατική | tajpistinon | tajpistinojn |
tajpistino (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | tajpistino | tajpistinoj |
αιτιατική | tajpistinon | tajpistinojn |
tajpistino (eo)