télégraphie
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
télégraphie | télégraphies |
Ουσιαστικό επεξεργασία
télégraphie (fr) θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη télégraphe
ενικός | πληθυντικός |
télégraphie | télégraphies |
télégraphie (fr) θηλυκό