Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας swelter
γ΄ ενικό ενεστώτα swelters
αόριστος sweltered
παθητική μετοχή sweltered
ενεργητική μετοχή sweltering

  Ρήμα επεξεργασία

swelter (en)