surréaliste
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
surréaliste | surréalistes |
surréaliste (fr) αρσενικό
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
surréaliste | surréalistes |
surréaliste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη surréalisme