suicide
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
suicide (en)
- η αυτοκτονία
- ο/η αυτόχειρας
Εκφράσεις επεξεργασία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
suicide | suicides |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
suicide (fr) αρσενικό