Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

suĉi < suĉ- + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα suĉi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας suĉas suĉanta suĉata
αόριστος suĉis suĉinta suĉita
μέλλοντας suĉos suĉonta suĉota
υποθετική suĉus - -
προστακτική suĉu - -

suĉi (eo)

  1. ρουφώ
  2. γλείφω

Άλλες γραφές επεξεργασία

sucxi, suchi, suc'i