Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

streĉi < streĉ- + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα streĉi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας streĉas streĉanta streĉata
αόριστος streĉis streĉinta streĉita
μέλλοντας streĉos streĉonta streĉota
υποθετική streĉus - -
προστακτική streĉu - -

streĉi (eo)

Άλλες γραφές επεξεργασία

strecxi, strechi, strec'i