Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας stay over
γ΄ ενικό ενεστώτα stays over
αόριστος stayed over
παθητική μετοχή stayed over
ενεργητική μετοχή staying over

  Ετυμολογία επεξεργασία

stay over < → δείτε τις λέξεις stay και over

  Ρήμα επεξεργασία

stay over (en)

  • μένω, κοιμάμαι στο σπίτι κάποιου για λίγο
    Can you stay over til Monday?
    Μπορείς να μείνεις ως τη Δευτέρα;

  Πηγές επεξεργασία