Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /sta.tik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
statique statiques

statique (fr) αρσενικό ή θηλυκό