souvlaki
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
souvlaki | souvlakis / souvlakia |
Ετυμολογία επεξεργασία
- souvlaki < (άμεσο δάνειο) νέα ελληνική σουβλάκι
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
souvlaki (en)
- (γαστρονομία) το ελληνικό σουβλάκι
Δείτε επίσης επεξεργασία
- souvlaki στην αγγλική Βικιπαίδεια
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- souvlaki < (άμεσο δάνειο) νέα ελληνική σουβλάκι
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
souvlaki (fr)
- (γαστρονομία) το ελληνικό σουβλάκι
Δείτε επίσης επεξεργασία
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
souvlaki (it)