Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία la επεξεργασία

somnifera < somni- + -fera

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

somnifera θηλυκό

  • που προκαλεί-φέρνει-επιφέρει τον ύπνο, υπνωτική