socialo
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
socialo | socialos |
socialo (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
socialo | socialos |
socialo (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
socialo | socialos |
socialo (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
socialo | socialos |
socialo (fr) αρσενικό ή θηλυκό