sepio
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- sepio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sepio | sepioj |
αιτιατική | sepion | sepiojn |
sepio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sepio | sepioj |
αιτιατική | sepion | sepiojn |
sepio (eo)