semestre
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
semestre | semestres |
Ουσιαστικό επεξεργασία
semestre (fr) αρσενικό
- το εξάμηνο
- Ce cours dure un semestre. Αυτό το μάθημα διαρκεί ένα εξάμηνο.
Ιταλικά (it) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
semestre | semestri |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
semestre (it) αρσενικό
- το εξάμηνο