saxofonista
Πορτογαλικά (pt) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
saxofonista (pt) < από το saxofone + -ista
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
saxofonista | saxofonistas |
Ουσιαστικό επεξεργασία
saxofonista (pt)
saxofonista (pt) < από το saxofone + -ista
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
saxofonista | saxofonistas |
saxofonista (pt)