savoureux
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
savoureux < savourer
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | savoureux | savoureux |
θηλυκό | savoureuse | savoureuses |
savoureux (fr)
savoureux < savourer
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | savoureux | savoureux |
θηλυκό | savoureuse | savoureuses |
savoureux (fr)