Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /s‿a.ʁe.te/

  Ρήμα επεξεργασία

s'arrêter (fr)

  1. σταματώ
    il s'est arrêté devant la vitrine - σταμάτησε μπροστά στη βιτρίνα

Δείτε επίσης επεξεργασία