ενεστώτας run on
γ΄ ενικό ενεστώτα runs on
αόριστος ran on
παθητική μετοχή run on
ενεργητική μετοχή running on

  Ετυμολογία

επεξεργασία
run on < run & on

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈɹʌn ɒn/ (βρετανικό)
 

run on (en)