Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
role model role models

  Ετυμολογία επεξεργασία

role model < → δείτε τις λέξεις role και model

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

role model (en)

  • το πρότυπο, ένα πρόσωπο που οι άνθρωποι θαυμάζουν και προσπαθούν να αντιγράψουν
    Pop artists are role models for many young people.
    Οι καλλιτέχνες της ποπ είναι τα πρότυπα πολλών νέων.

  Πηγές επεξεργασία