retpoŝto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | retpoŝto | retpoŝtoj |
αιτιατική | retpoŝton | retpoŝtojn |
retpoŝto (eo)
- ηλεκτρονικό ταχυδρομείο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | retpoŝto | retpoŝtoj |
αιτιατική | retpoŝton | retpoŝtojn |
retpoŝto (eo)