responsibility
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
responsibility (en)
Εκφράσεις επεξεργασία
- take responsibility for (someone or something): αναλαμβάνω την ευθύνη για κάποιον ή κάτι, αναλαμβάνω να φροντίσω κάποιον κτλ
responsibility (en)