Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

remonte-pente < remonter + pente

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
remonte-pente remonte-pentes

remonte-pente (fr) αρσενικό

Συνώνυμα επεξεργασία