reculé
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- reculé < reculer
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | reculé | reculés |
θηλυκό | reculée | reculées |
reculé (fr)
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη recul
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | reculé | reculés |
θηλυκό | reculée | reculées |
reculé (fr)