receiver
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
receiver | receivers |
Ετυμολογία επεξεργασία
- receiver < (κληρονομημένο) μέση αγγλική recevere, receyvere. Συγχρονικά αναλύεται σε receive + -er
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
receiver (en)
- το ακουστικό τηλεφώνου, το μέρος ενός τηλεφώνου που κρατάω κοντά στο στόμα και στο αυτί μου
- ο δέκτης
- (τεχνολογία) ραδιοενισχυτής
- (τεχνολογία) πολυκάναλος ενισχυτής για home-cinema κ.λπ. (από το: AV receiver)
- (τηλεπικοινωνίες, δίκτυο υπολογιστών) ο δέκτης, ο παραλήπτης, ο αποδέκτης σήματος, πληροφορίας, δεδομένων[1]
- συντομογραφία: (για δέκτη) Rx [1]
- radio transmitter/receiver (ραδιοπομπός/ραδιοδέκτης)[1]
- ≈ συνώνυμα: (για πληροφορία, δεδομένα) sink
- ≠ αντώνυμα: (τηλεπικοινωνίες) transmitter, (πληροφορική) source
Παράγωγα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- receiver στην αγγλική Βικιπαίδεια