radiation
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
radiation (en)
- (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο, φυσική) η ραδιενέργεια, η εκπομπή ακτίνων ενέργειας από τους πυρήνες ορισμένων ατόμων
- ↪ a radiation detector - ανιχνευτής ραδιενέργειας
- (μη μετρήσιμο, φυσική) η ακτινοβολία, η εκπομπή ενέργειας υπό μορφή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων ή σωματιδίων
- ↪ cosmic/solar radiation - κοσμική/ηλιακή ακτινοβολία
- (βιολογία) προσαρμοστική διαφοροποίηση πολλών ειδών από μητρικό (τα οποία συνήθως έχουν πια διαφορετικά χαρακτηριστικά)
Πηγές επεξεργασία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
radiation (fr) θηλυκό
- η ακτινοβολία
- η διαγραφή