réquisition
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
réquisition | réquisitions |
Ουσιαστικό επεξεργασία
réquisition (fr) θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη réquisitionner
ενικός | πληθυντικός |
réquisition | réquisitions |
réquisition (fr) θηλυκό