Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

prosecution (en)

  • δίωξη (νομική ποινική διαδικασία)
  • σε μία δίκη, η κατηγορούσα αρχή, ο δημόσιος κατήγορος