progressivité
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
progressivité | progressivités |
Ουσιαστικό επεξεργασία
progressivité (fr) θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη progrès
ενικός | πληθυντικός |
progressivité | progressivités |
progressivité (fr) θηλυκό