professeur
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pʁɔ.fɛ.sœʁ/
- ⓘ
Ουσιαστικό επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | professeur | professeurs |
θηλυκό | professeure | professeures |
professeur (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | professeur | professeurs |
θηλυκό | professeure | professeures |
professeur (fr)