Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

porte-avions < porter + avion

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ενικός πληθυντικός
porte-avions porte-avions

porte-avions (fr) αρσενικό άκλιτο